<-Ενότητα 9: Η Σαυρανία και η ενδοχώρα τού Πολεμωνίου | Ενότητα 11: Ιασώνιο ακρωτήριο-> |
Ενότητα 10: Ο κεντρικός Λύκος ποταμός
Ο κάτω Λύκος (Κελκίτ), πριν την ένωσή του με τον Ίρι (Γεσίλ Ιρμάκ), αναφέρθηκε στην ενότητα της Νεοκαισάρειας. Ο άνω Λύκος περιγράφεται στην ενότητα για τα Χερίανα και το πρόβλημα των Αραβράκων. Ο κεντρικός Λύκος δεν βρισκόταν ποτέ στα εδάφη της Αυτοκρατορίας της Τραπεζούντας, αλλά το μεγάλο και αινιγματικό του κάστρο στο Κογιουλχισάρ και τα περίχωρά του δεν μπορούν να διαφύγουν εδώ της προσοχής.
ΘΕΣΗ
Η κοιλάδα του Λύκου στενεύει ανατολικά και πάνω από τη Νεοκαισάρεια σε εντυπωσιακά φαράγγια, που δεν την αφήνουν ποτέ να ξανανοίξει τόσο, όσο οι φαρδιές πεδιάδες της Φανάροιας. Η επόμενη σημαντική διεύρυνση του ρήγματος είναι στη Ρεσαντίγιε. Πιο ανατολικά, η κοιλάδα διασπάται ξανά στις ήπιες πλαγιές και τις προσχωσιγενείς εκτάσεις της περιοχής Κογιουλχισάρ. Το δυτικό άκρο της κοιλάδας Κογιουλχισάρ χαρακτηρίζεται από μεγάλο βράχο, που ονομάζεται Ασάγι Καλέ. Παρά το όνομά του, δεν υπάρχει ίχνος τοιχώματος πάνω του, αν και είναι σπαρμένος με όστρακα. Υπάρχει γέφυρα και ερειπωμένο χάνι κάτω από το Ασάγι Καλέ.
Στο ανατολικό άκρο της κοιλάδας ο ποταμός κάνει καμπή προς νότο για να κυλίσει γύρω από προεξοχή της οροσειράς. Η προεξοχή στέφεται από κάστρο που ονομάζεται Γιουκάρι Καλέ. Από κάτω βρίσκεται η σύγχρονη γέφυρα του Λύκου. Υπάρχουν ερείπια από βάθρα δύο προηγούμενων γεφυρών, από τις οποίες πολύ λίγη τοιχοποιία σώθηκε σε επικίνδυνες χρονολογίες. Η σύγχρονη πόλη Κογιουλχισάρ βρίσκεται στα δυτικά του κάστρου, αλλά φαίνεται να μην έχει αρχαιότητες. Παρ’ όλα αυτά οι λόγοι εγκατάστασης στην περιοχή είναι μακροχρόνιοι και προφανείς. Όπως και η Νεοκαισάρεια, το περιβάλλον της είναι εύφορο και βρίσκεται σε σημαντικό οδικό κόμβο. Σε αυτή την περίπτωση οι διαδρομές από Πολεμώνιον και Κοτύωρα συναντούν εδώ τον δρόμο του Λύκου από Σεβάστεια προς Νικόπολη.
Υπήρχε στην περιοχή ρωμαϊκός σταθμός, η Anniaca, που έπρεπε να αναζητηθεί κάπου στην άκρη της αλλουβιακής πεδιάδας. Αλλά δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η σημαντική μεσαιωνική τοποθεσία ήταν το κάστρο πάνω από το Γιουκάρι Καλέ Κογιού.1
ΜΝΗΜΕΙΟ (φωτ. 46-48α-γ)
Η προεξοχή πάνω στην οποία είναι χτισμένο το Γιουκάρι Καλέ ξεκινά ως λεπτός λαιμός που υψώνεται από την κοιλάδα του ποταμού και διευρύνεται σε φαρδύ σαμάρι, στην κορυφή του οποίου υπάρχει πλάτωμα. Αυτό το σαμάρι στενεύει σε λαιμό και πάλι, και στη συνέχεια διευρύνεται σε δεύτερο σαμάρι, με ήπιες κλίσεις, περίπου 50 μέτρα ψηλότερα από το πρώτο. Το δεύτερο σαμάρι έχει γύρω του τα υπολείμματα τειχοπετάσματος και πρέπει να σχημάτιζε το νότιο, εξωτερικό, τείχος του κάστρου. Στη νότια πλευρά αυτού του σαμαριού, το έδαφος υψώνεται και πάλι απότομα σε ακρόπολη. Λίγα από την ακρόπολη έχει απομείνει όρθια, αν εξαιρεθεί το κάτω μέρος ενός πύργου που περιέκλειε καμαροσκέπαστο θάλαμο. Η τοιχοποιία του πύργου αποτελείται από ακατέργαστη πέτρα, τοποθετημένη σε τυχαίες στρώσεις με τις επίπεδες όψεις προς τα έξω. Η εξωτερική επιφάνεια είναι έντονα μυτερή με ασβεστοκονίαμα. Στην ανατολική πλευρά υπήρχε ορθογώνιο δωμάτιο, με πόρτα που ίσως χρησίμευε ως μυστική θύρα.
Βόρεια της ακρόπολης το έδαφος πέφτει σε βόρειο τείχος. Ήταν περίπου τριγωνικής κάτοψης, με την κορυφή προς τα βόρεια, όπου η κορυφογραμμή της προεξοχής έκλεινε από κύρια πύλη. Αυτό ήταν το πιο ουσιαστικό εναπομείναν τμήμα των οχυρώσεων, και αναμφίβολα ήταν πάντοτε το ισχυρότερο αμυντικό έργο, γιατί είναι το μόνο μέρος που είναι εύκολα ανοιχτό σε επίθεση. Η τοιχοποιία είναι ενισχυμένη παντού με ορθοστάτες και αμφιδέτες, τοποθετημένους σε κοντινά διαστήματα μέσα από τα τείχη.
Υπάρχουν ερείπια δύο καμαροσκέπαστων δωματίων, χτισμένων κόντρα στον δυτικό τοίχο του βόρειου εξωτείχους. Μια ημικυκλική προεξοχή από το δυτικό τείχος πρέπει να ήταν είδος προμαχώνα ή αντηρίδας.
Δεν υπάρχει κανένα σημάδι ρωμαϊκής, ή παλαιότερης, κατάληψης της τοποθεσίας. Το κάστρο μπορεί να έτυχε προσοχής τον 6ο αιώνα ή να ήταν ένα από τα ανώνυμα δυνατά σημεία του Αρμενιακών ή της Κολώνειας. Τα σημερινά ερείπια δεν θα έρχονταν σε αντίθεση με βυζαντινή χρονολογία. Αλλά αναμφίβολα δέχθηκαν προσθήκες σε μεταγενέστερους χρόνους: από τους Ακ Κογιουνλού, από τους οποίους ο Μεχμέτ Β’ πήρε το Κογιουλχισάρ στον δρόμο του προς την Τραπεζούντα το 1461, και από τους ίδιους τους Οθωμανούς πριν καταστραφεί το κάστρο στα τέλη του 18ου αιώνα.2
<-Ενότητα 9: Η Σαυρανία και η ενδοχώρα τού Πολεμωνίου | Ενότητα 11: Ιασώνιο ακρωτήριο-> |