Σημειώσεις Ενότητας 16
- [←1]
-
Η επιγραφή, η οποία μεταφέρθηκε μετά το 1868 σε χαμένη πια ελληνική εκκλησία της πόλης, έχει αναφερθεί ανεξάρτητα τέσσερις φορές: O. Blau, “Aphorismen alter und neuer Ortskunde Klein-Asiens”, Mittheilungen aus Justus Perthes’ geographischer Anstalt … von Dr. A. Petermann, 11 (1865), 252. Τριανταφυλλίδης, Ποντικά, 114. Taylor (1866), 294 (με πανομοιότυπο). X.A. Σιδηρόπουλος, Περὶ τῆς ἐν Μικρᾷ Ἀρμενίᾳ Νικοπόλεως, ΚΦΣ (Παράρτημα), 17 (1886), 135 (με πανομοιότυπο). S. Benay, “Quelques inscriptions chretiennes”, EO, 4 (1900-1), 93-94. P. Le Bas and W.H. Waddington, Voyage archeologique en Grece et en Asie Mineure, Inscriptions, ΙΙΙ (ανατύπ. Hildesheim, Νέα Υόρκη, 1972), 431, αριθ. 1814g. Cumonts, SP, II (1906), 296, 302. Του ίδιου, “Les inscriptions chretiennes de l’Asie Mineure”, MelRome, 15 (1895), 286, 294. Ο P. Lemerle, “L’histoire des Pauliciens d’Asie Mineure d’après les sources grecques”, ΤΜ, 5 (1973), 60 σημ. 24, δίνει μια διορθωμένη εκδοχή (εκτός από την τελευταία λέξη). Μια μη διορθωμένη εκδοχή, βασισμένη στους Benay, Cumonts και στο πανομοιότυπο του Σιδηρόπουλου, θα έγραφε: + Τῆς | Πατρη|κῆς οὐσί|ας ἄναρχ|ε Λόγε, | φύλλατε ἀὴ το σο δούλο | Ἰωάνῃ βασ[ιλικῷ] στρ[άτορ]ι [καὶ] δρω|νγαρήο Κωλονήας.
- [←2]
-
Dumbarton Oaks, Shaw Coll., αριθ. 73.
- [←3]
-
Ατταλειάτης, εκδ. Βόννης, 125: ...τοῦ Μαυροκάστρου φρουρίου, εἰς τῶν Ἀρμενιακῶν τόπων ἐπὶ λόφου κειμένου ὑψηλοῦ καὶ δυσκατεργάστου.
- [←4]
-
Σκυλίτζης, εκδ. Βόννης, 679.
- [←5]
-
Άννα Κομνηνή, Αλεξιάς, 12.7.3 (επιμ. Leib, III, 76).
- [←6]
-
Ibn Bibi, μετάφρ. Duda, 151-52, 306, 344. J.H. Mordtmann, στο λήμμα “Karahisar,” EI.
- [←7]
-
Ο E.C. Colwell, The Four Gospels of Karahisar, I (Σικάγο, 1936), 33-94, δίνει την πιο ζωντανή εικόνα της ζωής στο Σέμπιν Καραχισάρ του 18ου αιώνα, μέσω των κολοφώνων των θαυμαστών των Ευαγγελίων του Καραχισάρ. Βλέπε επίσης Bryer, Isaac, and Winfield, ΑΠ, 32 (1972-73), 238-43.
- [←8]
-
Οικονομίδης, Πόντος, 87-90. Ιωαννίδης, Ιστορία, 199. Σιδηρόπουλος, loc. cit. (σημείωση 1). R. Janin, στο λήμμα “Colonia,” DHGE.
- [←9]
-
Cumonts, SP, II (1906), 302-17.
- [←10]
-
B. Darkot, στο λήμμα “Karahisar,” IA. A.D. Mordtmann, Anatolien: Skizzen und Reisebriefe aus Kleinasien (1850-1859), επιμ. F. Babinger (Ανόβερο, 1925), 437-42. Αυτή η Κολώνεια πρέπει να ξεχωρίζεται από την Κολώνεια της Καππαδοκίας, η οποία την εποχή του Νικήτα Ακομινάτου (Χωνιάτη) είχε γίνει Ακ Σαράι: ἡ νῦν Τάξαρα λέγεται (εκδ. Βόννης, 689. Πρβλ. 72, 541).
- [←11]
-
Δείτε το Türkiye Jeoloji Haritasi, φύλλο Samsun (Άγκυρα, 1962).
- [←12]
-
Taylor (1866), 293.
- [←13]
-
Όμως ο Evliya (1644), II, 206, αναφέρει «τρεις ισχυρές πύλες».
- [←14]
-
Cumonts, SP, II (1906), 299. Bryer, Isaac, Winfield, ΑΠ, 32 (1972-73), 244-52. Πληροφορίες από μέλη της Γεωλογικής Σχολής του Πανεπιστημίου της Άγκυρας, που επισκέφθηκαν την τοποθεσία το 1969. Τα ορυχεία σημειώνονται στον τουρκικό χάρτη 1:200.000.
- [←15]
-
Magie, Roman Rule, II, 1224.
- [←16]
-
Προκόπιος, Περί κτισμάτων, 3.4.6-9.
- [←17]
-
Jerphanion, MélUSJ, 13 (1928), passim.
- [←18]
-
Taylor (1866), 295.
- [←19]
-
Βασιλείου, Επιστολές 195 και 227, σε PG, 32, στήλες 708 και 852-57.
- [←20]
-
Gelzer, Texte, σελ. 551 αριθ. 86, 571 αριθ. 101, 585 αριθ. 27, 599 αριθ. 69, 608 αριθ. 78 και (όπου γίνεται μνεία υπαγόμενης επισκοπής) 641 αριθ. 68. Γεώργιος Κύπρου, επιμ. Gelzer, σελ. 60 αριθ. 1199. Ιεροκλής, Συνέκδημος, επιμ. Honigmann, σελ. 37 αριθ. 703.3. Le Quien, OC, I, στήλες 429-32. Laurent, CS, V (1), σελ. 630 αριθ. 814, και όγδοος, ανώνυμος, επίσκοπος στο Petrus Siculus, Historia Manichaeorum, PG, 140, στήλη 1281. C. Astruc, W. Conus-Wolska, J. Gouillard, P. Lemerle, D. Papachryssanthou, and J. Paramelle, “Les sources grecques pour l’histoire des Pauliciens d’Asie Mineure”, TM, 4 (1970), 47. Μ&Μ, Α&D, Ι, 199-201. II, 154. Bryer, Isaac, Winfield, ΑΠ, 32 (1972-73), 240-42. Lemerle, ΤΜ, 5 (1973), 59-60.
- [←21]
-
N. Garsoian, The Paulician Heresy (Χάγη, Παρίσι, 1967), 145, παραπέμποντας στον Orbelian.
- [←22]
-
Petrus Siculus, PG, 140, στήλη 1280. Astruc και άλλοι, ΤΜ, 4 (1970), 43.
- [←23]
-
Petrus Siculus, PG, 140, στήλη 1297. Astruc και άλλοι, ΤΜ, 4 (1970), 61.
- [←24]
-
Βλέπε σελ. 147.
- [←25]
-
H. Grègoire, “Precisions geographiques et chronologiques sur les Pauliciens”, BAcBelg, 33 (1947), 297 και σημείωση 1, 298.
- [←26]
-
Miller, IR, στήλη 675. Cumonts, SP, 11 (1906), 290-94. Anniaca, Danae, ή Talaura.
- [←27]
-
Βλέπε Tarhan, Χάρτης. Και το ανώνυμο άρθρο στο Türkiye Turizm, 5 (27) (Αύγουστος 1965), 54-55 (δική μας σελιδοποίηση).
- [←28]
-
Petrus Siculus, PG, 140, στήλη 1301. Astruc και άλλοι, ΤΜ, 4 (1970), 65.
- [←29]
-
Βλ. Bryer, ΒΚ, 21-22 (1966), 174-95. 23-24 (1967), 129-36.
- [←30]
-
Προκόπιος, Περί κτισμάτων, 3.4.6-9.
- [←31]
-
Ιουστινιανός, Νεαρά 31 (1). Ιεροκλής, Συνέκδημος, επιμ. Honigmann,, σελ. 37 αριθ. 703.3.
- [←32]
-
Mordtmann, στο λήμμα “Karahisar,” EI.
- [←33]
-
Vasiliev, Byzance et les Arabes, II (Ι), 46, 90, 117, 289-90.
- [←34]
-
Oikonomides, Listes, 349 σημ. 345.
- [←35]
-
V. Vasilievski and P. Nikitin, “Skazaniia ο 42 Amoriiski’kh muchenikakh i tserkovnaia sluzhba im,” Memoires de l’Academie Imperiale des Sciences de St.-Petersbourg, 8η σειρά, 7 (2) (1906), 22-30. Βλέπε Garsoian, Paulician Heresy, 126-27, όπου λανθασμένα γράφεται ότι ο διορισμός του Θεόφιλου έγινε πριν από το 842.
- [←36]
-
Theophanes Continuatus, εκδ. Βόννης, 181, 201, 283.
- [←37]
-
Για το οποίο βλ. σελ. 169.
- [←38]
-
Κωνσταντίνος Πορφυρογέννητος, De Thematibus, επιμ. Pertusi, 64, 73-74, 141-42. Honigmann, Ostgrenze, 52, 56-59, 62, 184. Oikonomides, Listes, 349. Μεταξύ των σφραγίδων που δεν αναφέρονται από τον Pertusi υπάρχει ένας αριθμός στις Συλλογές Dumbarton Oaks: αριθ. 58.106.684 και 58.106.688 (κομμερκιάριοι Κολωνείας και Ἀρμενίας), 55.1.3788 (ὁ ὕπάτος Λέων, κριτής Κολωνείας), 55.1.1558 (Μιχαήλ, αὐτοκρατορικός σπαθάριος, στρατηγός Κολωνείας), 55.1.1577 (Νικήτας, σηκρήτης, κριτής Κολωνείας), Shaw Coll., ΑΠ, 71 (Χριστόφορος, βασιλικός πρωτοσπαθάριος, στρατηγός Κολωνείας). Shaw, 72 (Ἀνδρέας, κριτής ἱπποδρόμου και Κολωνείας) και Shaw, 73 (Ἰωάννης, βασιλικός στράτωρ, παραφύλαξ Κολωνείας, σημειώνεται στη σελ. 145).
- [←39]
-
Gelzer, Themenverfassung, 102.
- [←40]
-
Ιωαννίδης, Ιστορία, 199: Anno Mundi 6410.
- [←41]
-
Κεδρηνός, εκδ. Βόννης, II, 625. Βλέπε P. Lemerle, “Prolegomenes a une edition critique et commentée des ’Conseils et Recits’ de Kekaumenos”, MAcBelg, 54 (1) (1960). 37-38.
- [←42]
-
Ατταλειάτης, εκδ. Βόννης, 105. Laurent, Byzance et les Turcs, 65.
- [←43]
-
Βλ. Bryer, “Gabrades”, 176.
- [←44]
-
O. Jurewicz, Andronikos I. Komnenos (Άμστερνταμ, 1970), 79.
- [←45]
-
B. Darkot, στο λήμμα “Karahisar,” IA.
- [←46]
-
Τα «στοιχεία» αποτελούνται από: (1) Την εσφαλμένη ανάγνωση της επιγραφής που παρατίθεται στη σελ. 145 σημ. 1 από Blau, loc. cit. (σημ. 1 πιο πάνω), ως καταλήγουσα … ὁ δοῦλο[ς] Ἰωάνν[ου] βασ[ιλέως] Τρ[απεζοῦντος] κα[ὶ] Ῥω[μαίων], δηλαδή του Ιωάννη Α’ Μεγάλου Κομνηνού (1235-38) ή του Ιωάννη Β’ (1282-97). (2) Τη δήλωση του μη αξιόπιστου Evliya (1644), II, 205, ότι το Σέμπιν Καραχισάρ «έπεσε στην εξουσία των Ελλήνων ηγεμόνων της Τραπεζούντας» και (3) Τη δήλωση του Dupre (1807), 11, ότι η πύλη του κάστρου είχε δικέφαλο αετό από πάνω της και φαινόταν ότι χτίστηκε από τους Γενουάτες. Στους Γενουάτες πιστώνεται τοπικά και λανθασμένα ότι έχτισαν πολλά ποντιακά κάστρα. Ο δικέφαλος αετός, κάθε άλλο παρά σύμβολο της Τραπεζούντας τον 13ο αιώνα (όταν ένας μονοκέφαλος αετός εκτίθεται δύο φορές στην Αγία Σοφία της Τραπεζούντας), ήταν κοινό σύμβολο των Σελτζούκων και των Τουρκμένων. Βρίσκεται, για παράδειγμα, στον Τσίφτε Μιναρέ του 1253 στο Ερζερούμ. Ο αετός μπορεί να στεκόταν πάνω από τη σημερινή (του 13ου αιώνα) πύλη του κάστρου Σέμπιν Καραχισάρ. Δεν υπάρχει κανένα ίχνος του σήμερα.
- [←47]
-
Colwell, Four Gospels, I, 11.
- [←48]
-
Hasan Tahsin Okutan, Şebinkarahisar ve civari ([Σέμπιν Καραχισάρ], 1949), 42-109. Mordtmann, στο λήμμα “Karahisar”, EI.
- [←49]
-
Πλίνιος, Φυσική Ιστορία, 35.8.184.
- [←50]
-
Heyd, Commerce, II, 565-71.
- [←51]
-
C. Cahen, ” L’Alun avant Phocée. Un chapitre d’histoire islamo-chrétienne au temps des Croisades,” Revue d’Histoire Economique et Sociale, 41 (1963), 433-47.
- [←52]
-
Η συνθήκη Μασσαλίας-Κύπρου του Μαρτίου 1236, στο Regesta Regni Hierosolymitani, επιμ. R. Rohricht (Ίνσμπρουκ [Oeniponti], 1893), 280 αριθ. 1071 και Η.E. Mayer, Marseilles Levantehandel und ein Akkonensisches Falscheratelier des 13. Jahrhunderts (Τύμπινγκεν, 1971), παράρτημα 10.
- [←53]
-
Rubriquis (περίπου 1240), επιμ. Dawson, 218: «Στο Ικόνιο συνάντησα αρκετούς Γάλλους και έναν Γενουάτη έμπορο από την Άκρα, που ονομάζεται Νικόλαος του Σάντο Σίρο, ο οποίος, μαζί με τον σύντροφό του, έναν Ενετό που ονομάζεται Βονιφάτιος του Μολεντίνο, έχει το μονοπώλιο της στυπτηρίας από την Τουρκία. Έτσι ο Σουλτάνος δεν μπορεί να πουλήσει σε κανέναν εκτός από αυτούς τους δύο, και την έχουν κάνει τόσο ακριβή, που ό,τι πωλούνταν για δεκαπέντε βυζαντινά, τώρα πωλείται για πενήντα». Ο Vincent of Beauvais αναφέρεται από τον Mordtmann, στο λήμμα “Karahisar”, EI, «…ορυχεία στυπτηρίας κοντά στη Σεβάστεια, που αξίζουν μια τράπεζα» (… aluminis minera iuxta Sabastiam quae valet unam argentariam). Δεν μπορέσαμε να εντοπίσουμε την αναφορά. Ο Schiltberger (1402), 43, μιλάει μόνο για τους εύφορους αμπελώνες της Κολώνειας. O Cahen, art. cit., 440-1, γράφει: «Για να πω την αλήθεια, δεν ξέρω αν μπορεί να βρεθεί κάποια βεβαίωση για βυζαντινή εκμετάλλευση [της στυπτηρίας] στη μακεδονική περίοδο, ή νωρίτερα… Eίναι απίθανο να ήσαν οι Γενουάτες Ζακκαρία εκείνοι που την ανακάλυψαν [τη στυπτηρία στη Φώκαια], αν και δεν φαίνεται να υπάρχουν στοιχεία για προηγούμενη εκμετάλλευση (A vrai dire, j‘ignore s‘il peut se trouver aucune attestation de l‘exploitation byzantine à l‘époque macedonienne, ou antérieurement…. il est peu vraisemblable que ce soient les Gênois des Zaccharia qui l’aient découvert, bien qu’on ne semble pas avoir de preuve d’une exploitation antérieure). Αυτό κάνει κάποιον να αναρωτιέται αν, όπως εκείνα τα υποτιθέμενα προϊόντα του σύγχρονου Χονγκ Κονγκ, που στην πραγματικότητα προέρχονται από την ηπειρωτική Κίνα, η φωκαϊκή στυπτηρία παραγόταν εξ ολοκλήρου στη Φώκαια ή αν κάποια στυπτηρία της Ανατολίας, όπως της Κολώνειας (“Colonna”) δεν έπαιρνε το όνομα του λιμανιού εξαγωγής της, δηλαδή της Φώκαιας.
- [←54]
-
Regesten, III, 65 αριθ. 2016, 66 αριθ. 2020. Heyd, Commerce, I, 438-39.
- [←55]
-
Balard, Sambuceto, ΑΠ, 574, 813.
- [←56]
-
Heyd, Commerce, I, 438, ακολουθούμενος από, π.χ., P. Laven, Renaissance Italy, 1464-1534 (Λονδίνο, 1966), 63 και χάρτης.
- [←57]
-
Pegolotti, Pratica, επιμ. Evans, 349 (σε μια απίστευτη εκδοχή, αναφέρεται το άθροισμα «14 εκατομύρια καντάρια», 14 mila mila cantara): “Allume di rocca di Colonna ene il migliore allume che si lavori, e lavorasi in Turchia dentro al mare, e fae scala a Chisende di Turchia dentro al mare alla marina presso di Trabisonda, e viene 7 giornate infra terra; e fanne il detto luogo per anno in somma secondo dicesi da 14 mila cantara di genovesi“. Βλέπε επίσης 43, 293, 306 και Αγαθάγγελος Ξηρουχάκης, Τὸ ἐμπόριον τῆς Βενετίας μετὰ τῆς Ἀνατολῆς, Επ.Ἑτ.Κρητ.Σπ., 1 (1938), 60.
- [←58]
-
Heyd, Commerce, Ι, 438.
- [←59]
-
Suter (1838), 435-36. Brant (1835), 220.
- [←60]
-
Ο παλιός δρόμος εκτείνεται παράλληλα και δυτικά του νέου δρόμου και εξακολουθεί να χρησιμοποιείται κάθε εβδομάδα από το ταχυδρομικό τζιπ. Ξεκινούσε ίσως αρχικά στο Αρμουτλού, 5 χλμ. δυτικά του Σέμπιν Καραχισάρ (Barth, loc. cit.). Σε αυτόν τον δρόμο υπάρχουν δύο χάνια στο Ασαρτζίκ, ένα στο Κανλιχάν, ένα μεταξύ Γκούτζεσε και Κουρτούν, και ένα άλλο στο Τασχάν, κοντά στη Μεσουντιγιέ. Το 1866 το ταξίδι διαρκούσε 18 ώρες. Μόνο άλογα και μουλάρια μπορούσαν να περνούν από το πέρασμα Εγριμπέλ σε υψόμετρο 2.100 μέτρων και η μεταφορά χύδην στυπτηρίας δεν πρέπει ποτέ να ήταν εύκολη. Ο νέος δρόμος χτίστηκε το 1873 και, παρά το γεγονός ότι συχνά είναι αποκλεισμένος, χρησιμοποιείται πιο συχνά σήμερα: Cuinet, Turquie d’Asie, Ι, 24. G. Stratil-Sauer, “Verkehrsgeographische Bemerkungen zur Stadt Trapezunt im ostpontischen Gebiet”, ΑΠ, 29 (1968), 318-19. Και οι δύο δρόμοι διασχίζουν το εξαιρετικά ωραίο τοπίο βοσκοτόπων (γιαγλά), αλλά παραμένουν δοκιμασία για τα τζιπ που χρησιμοποιούν τον παλιό δρόμο και τα λεωφορεία που διατηρούν μια επισφαλή εξυπηρέτηση κατά μήκος του νέου.
- [←61]
-
J. Delumeau, L’alun de Rome, XVe -XIe siècles (Παρίσι, 1962), 16-17.
- [←62]
-
Evliya (1644), II, 206.
- [←63]
-
Πανάρετος, επιμ. Λαμψίδης, 68. Για τη γενουάτικη καντάρα, βλέπε E. Schilbach, Byzantinische Metrologie (Μόναχο, 1970), 188.
- [←64]
-
Evliya (1644), II, 206. Άλλες, πιο συνοπτικές, περιγραφές βρίσκονται στα Anonymous (1805), III, 296. Morier (1809), 334-36. Ανώνυμος (1826), 223-30. Fraser (1835), II, 352-53. Aucher-Eloy (1836), II, 388. και Taylor (1866), 293.
- [←65]
-
Cumonts, SP, II (1906), 301: “terriblement dégradée”.
- [←66]
-
“assez récent”: Cumonts, SP, II (1906), 300 και φωτογραφία.
- [←67]
-
Cumonts, SP, II (1906), 301 και φωτογραφία.
- [←68]
-
Evliya (1644), II, 206.
- [←69]
-
Sideropoulos, CPSyll (Parartema), 17 (1886), 135. Υπάρχει απλό σχέδιο της πόλης και των περιχώρων προσαρτημένο στο Barth (1868).
- [←70]
-
Taylor (1866), 292
- [←71]
-
Bryer, Isaac, and Winfield, ΑΠ 32 (1972-73), 226-27, 242-52.
- [←72]
-
ActaSS Maii, III, σελ. *14-*18. Cumonts, SP, II, 296-97. Colwell, Four Gospels, I, 12-13.
- [←73]
-
Habib Zayat, “Vie du patriarche melkite d’Antioche Christophore (t976) par le protospathaire Ibrahim b. Yuhanna. Document inédit du Xe siècle.” Proche-Orient Chretien, 2 (1952), 359. Λέων Διάκονος, εκδ. Βόννης, 100.
- [←74]
-
Bryer and Winfield, ΑΠ, 30 (1970), 371-75.